σεμνός
[seˈmnos], σεμνή, σεμνόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- bescheidenσεμνός μετριόφρωνσεμνός μετριόφρων
- anständigσεμνός ευπρεπήςσεμνός ευπρεπής
- schüchternσεμνός ντροπαλόςσεμνός ντροπαλός
- zurückhaltendσεμνός συγκρατημένοςσεμνός συγκρατημένος