„πυγμαχία“: θηλυκό πυγμαχία [piɣmaˈçia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Boxkampf, Boxsport Boxkampfαρσενικό | Maskulinum, männlich m πυγμαχία Boxsportαρσενικό | Maskulinum, männlich m πυγμαχία πυγμαχία