Πρωτοχρονιά
[protoxroˈɲa]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Neujahrουδέτερο | Neutrum, sächlich nΠρωτοχρονιάNeujahrstagαρσενικό | Maskulinum, männlich mΠρωτοχρονιάΠρωτοχρονιά