προσθήκη
[prosˈθikji]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
exemples
- προσθήκη εικόναςEinblendungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- προσθήκη σήμανσης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υTaggingουδέτερο | Neutrum, sächlich n