„πραγματοποιούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα πραγματοποιούμαι [paɣmatopiˈume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) in Erfüllung gehen in Erfüllung gehen πραγματοποιούμαι πραγματοποιούμαι