παραπλάνηση
[paraˈplanisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Irreführungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραπλάνησηVerführungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραπλάνησηπαραπλάνηση