παραβίαση
[paraˈviasi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Aufbrechenουδέτερο | Neutrum, sächlich nπαραβίαση πόρτας, παράθυρουπαραβίαση πόρτας, παράθυρου
- Übertretungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραβίαση νόμουπαραβίαση νόμου
- Bruchαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαραβίαση όρκου, υπόσχεσηςπαραβίαση όρκου, υπόσχεσης
- Missachtungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραβίαση κανόναπαραβίαση κανόνα
exemples
- παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτωνMenschenrechtsverletzungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- παραβίαση οικογενειακού ασύλουHausfriedensbruchαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- παραβίαση της ειρήνηςFriedensbruchαρσενικό | Maskulinum, männlich m
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples