παράταξη
[paˈrataksi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Aufstellungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαράταξη τοποθέτησηFormationθηλυκό | Femininum, weiblich fπαράταξη τοποθέτησηπαράταξη τοποθέτηση
- politisches Lagerουδέτερο | Neutrum, sächlich nπαράταξη πολιτική | PolitikπολιτFraktionθηλυκό | Femininum, weiblich fπαράταξη πολιτική | Politikπολιτπαράταξη πολιτική | Politikπολιτ