ομοσπονδία
[omosponˈðia]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- (Kon-)Föderationθηλυκό | Femininum, weiblich fομοσπονδίαομοσπονδία
- Bundαρσενικό | Maskulinum, männlich mομοσπονδίαομοσπονδία
- Eidgenossenschaftθηλυκό | Femininum, weiblich fομοσπονδία της Ελβετίαςομοσπονδία της Ελβετίας