ξενάγηση
[kseˈnajisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Fremdenführungθηλυκό | Femininum, weiblich fξενάγηση πόλεωςξενάγηση πόλεως
- Führungθηλυκό | Femininum, weiblich fξενάγηση μουσείουξενάγηση μουσείου
exemples
- ξενάγηση σε αξιοθέαταBesichtigungstourθηλυκό | Femininum, weiblich f