νουγκατίνα
[nuŋgaˈtina]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- weißer/weißes Nugatαρσενικό και ουδέτερο | Maskulinum und Neutrum m/nνουγκατίνανουγκατίνα