μύλος
[ˈmilos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Mühleθηλυκό | Femininum, weiblich fμύλοςμύλος
exemples
- μύλος για βόταναKräutermühleθηλυκό | Femininum, weiblich f
- μύλος καφέKaffeemühleθηλυκό | Femininum, weiblich f
- μύλος πιπεριούPfeffermühleθηλυκό | Femininum, weiblich f