„μαγιό“: ουδέτερο μαγιό [maˈjo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Badeanzug, Badehose Badeanzugαρσενικό | Maskulinum, männlich m μαγιό γυναικείο μαγιό γυναικείο Badehoseθηλυκό | Femininum, weiblich f μαγιό αντρικό μαγιό αντρικό exemples μαγιό-μπλουζάκιουδέτερο | Neutrum, sächlich n Tankiniαρσενικό | Maskulinum, männlich m μαγιό-μπλουζάκιουδέτερο | Neutrum, sächlich n