λαμπτήρας
[lampˈtiras]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Glühbirneαρσενικό | Maskulinum, männlich mλαμπτήραςλαμπτήρας
exemples
- λαμπτήρας ηλεκτρικής εκκένωσηςLeuchtstofflampeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- λαμπτήρας νέονNeonleuchteθηλυκό | Femininum, weiblich f