„καράτι“: ουδέτερο καράτι [kaˈrati]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Karat Karatουδέτερο | Neutrum, sächlich n καράτι καράτι exemples είναι δαχτυλίδι 14 καρατιών der Ring hat 14 Karat είναι δαχτυλίδι 14 καρατιών