κανόνας
[kaˈnonas]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Regelθηλυκό | Femininum, weiblich fκανόναςκανόνας
- Vorschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fκανόνας κανονισμόςκανόνας κανονισμός
- Normθηλυκό | Femininum, weiblich fκανόνας στάνταρκανόνας στάνταρ
exemples
- κατά κανόναin der Regel
- κανόνας γραμματικήςGrammatikregelθηλυκό | Femininum, weiblich f
- κανόνας κυκλοφορίαςVerkehrsregelθηλυκό | Femininum, weiblich f
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples