„κανάτα“: θηλυκό κανάτα [kaˈnata]θηλυκό | Femininum, weiblich f, κανάτι [kaˈnati]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Krug, Kanne Krugαρσενικό | Maskulinum, männlich m κανάτα Kanneθηλυκό | Femininum, weiblich f κανάτα κανάτα exemples κανάτα με γάλα Milchkännchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n κανάτα με γάλα κανάτα μέτρησης λίτρου Litermaßουδέτερο | Neutrum, sächlich n κανάτα μέτρησης λίτρου