„καζάνι“: ουδέτερο καζάνι [kaˈzani]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Kessel Kesselαρσενικό | Maskulinum, männlich m καζάνι καζάνι exemples βάζω τα πάντα στο ίδιο καζάνι alles über einen Kamm scheren βάζω τα πάντα στο ίδιο καζάνι