„θεωρείο“: ουδέτερο θεωρείο [θeoˈrio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Loge, Tribüne Logeθηλυκό | Femininum, weiblich f θεωρείο θεάτρου θεωρείο θεάτρου Tribüneθηλυκό | Femininum, weiblich f θεωρείο εξέδρα θεωρείο εξέδρα