ζωγραφική
[zoɣrafiˈkji]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Malereiθηλυκό | Femininum, weiblich fζωγραφικήζωγραφική
exemples
- ζωγραφική με νερομπογιέςAquarellmalereiθηλυκό | Femininum, weiblich f
- ζωγραφική στο μετάξιSeidenmalereiθηλυκό | Femininum, weiblich f