„ζητιάνος“: αρσενικό ζητιάνος [ziˈtjanos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Bettler Bettlerαρσενικό | Maskulinum, männlich m ζητιάνος ζητιάνος