„ζάρα“: θηλυκό ζάρα [ˈzara]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Falte Falteθηλυκό | Femininum, weiblich f ζάρα σε επιδερμίδα, ύφασμα ζάρα σε επιδερμίδα, ύφασμα exemples ζάρα δέρματος Hautfalteθηλυκό | Femininum, weiblich f ζάρα δέρματος