ευστάθεια
[efˈstaθia]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Stabilitätθηλυκό | Femininum, weiblich fευστάθειαευστάθεια
- gute Straßenlageθηλυκό | Femininum, weiblich fευστάθεια αυτοκίνητο | Autoαυτοκευστάθεια αυτοκίνητο | Autoαυτοκ