επανένταξη
[epaˈnendaksi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
exemples
- επανένταξη αποφυλακισθέντωνBewährungshilfeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- επανένταξη στο κοινωνικό σύνολοResozialisierungθηλυκό | Femininum, weiblich f