„εξώστης“: αρσενικό εξώστης [eˈksostis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Galerie, Empore Galerieθηλυκό | Femininum, weiblich f εξώστης θέατρο | Theaterθεατ εξώστης θέατρο | Theaterθεατ Emporeθηλυκό | Femininum, weiblich f εξώστης αρχιτεκτονική | Architekturαρχιτ εξώστης αρχιτεκτονική | Architekturαρχιτ