ελέγχω
[eˈleŋxo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- kontrollieren, prüfen, überprüfenελέγχωελέγχω
- beherrschenελέγχω κατάστασηελέγχω κατάσταση
exemples
- ελέγχω τα ηλεκτρονικά μηνύματα του γραμματοκιβωτίου ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
- ελέγχω την ορθογραφία ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υdie Rechtschreibung prüfen