διαχείριση
[ðiaˈçirisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Verwaltungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιαχείριση χρημάτων, οικοδομήματοςδιαχείριση χρημάτων, οικοδομήματος
- Leitungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιαχείριση διοίκησηManagementουδέτερο | Neutrum, sächlich nδιαχείριση διοίκησηδιαχείριση διοίκηση
exemples
- διαχείριση αρχείωνDateiverwaltungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- διαχείριση εναέριας κυκλοφορίαςFlugsicherungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- διαχείριση ιδιοκτησίαςHausverwaltungθηλυκό | Femininum, weiblich f
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples