δίχτυ
[ˈðixti]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n <-υα>μεταφορικά | in übertragenem SinnμτφVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Netzουδέτερο | Neutrum, sächlich nδίχτυδίχτυ
exemples
- δίχτυ αποσκευώνGepäcknetzουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- δίχτυ νοικοκυράςEinkaufsnetzουδέτερο | Neutrum, sächlich n