„γραφτός“ γραφτός [ɣrafˈtos], γραφτή, γραφτόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) bestimmt (vom Schicksal) bestimmt γραφτός γραφτός