αρχηγός
[arçiˈɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- (An-)Führerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fαρχηγόςαρχηγός
- Befehlshaberαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fαρχηγός στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστραταρχηγός στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ
- Spitzenreiterαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fαρχηγός αθλητισμός | Sportαθλαρχηγός αθλητισμός | Sportαθλ
- Häuptlingαρσενικό | Maskulinum, männlich mαρχηγός φυλήςαρχηγός φυλής
exemples
- αρχηγός αντιπολίτευσης πολιτική | PolitikπολιτOppositionsführerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αρχηγός κοινοβουλευτικής ομάδαςFraktionsvorsitzende(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f
- αρχηγός κόμματοςParteichefαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fParteiführerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples