απόρρητο
[aˈporito]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- strenges Geheimnisουδέτερο | Neutrum, sächlich nαπόρρητοαπόρρητο
exemples
- απόρρητο της εξομολόγησηςBeichtgeheimnisουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- απόρρητο των επιστολώνBriefgeheimnisουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- απόρρητο των τηλεπικοινωνιώνFernmeldegeheimnisουδέτερο | Neutrum, sächlich n