απολυτήριο
[apoliˈtirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Schulabschlussαρσενικό | Maskulinum, männlich mαπολυτήριοαπολυτήριο
- Entlassungspapiereπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplαπολυτήριο στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστραταπολυτήριο στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ
exemples
- απολυτήριο ΛυκείουAbiturzeugnisουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- απολυτήριο σχολείουSchulabschlussαρσενικό | Maskulinum, männlich m