αντιαθλητικός
[andiaθlitiˈkos], αντιαθλητική, αντιαθλητικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- unsportlichαντιαθλητικόςαντιαθλητικός
Nous vous remercions pour votre commentaire !