Traduction Grec-Allemand de "αλλαγή"

"αλλαγή" - traduction Allemand

αλλαγή
[alaˈji]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Vue d'ensemble de toutes les traductions

(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)

  • Einwechslungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή αθλητισμός | Sportαθλ
    αλλαγή αθλητισμός | Sportαθλ
  • Ablösungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή φρουράς
    αλλαγή φρουράς
  • Umstellungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή σε νέο περιβάλλον
    αλλαγή σε νέο περιβάλλον
  • Umtauschαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    αλλαγή επιστροφή στο κατάστημα
    αλλαγή επιστροφή στο κατάστημα
  • Wechselαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    αλλαγή αντικατάσταση
    αλλαγή αντικατάσταση
  • Wandelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    αλλαγή μεταβολή
    αλλαγή μεταβολή
  • Wandlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή μετατροπή
    αλλαγή μετατροπή
  • Wendeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή ριζική
    αλλαγή ριζική
  • Veränderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή αποτέλεσμα τροποποίησης
    αλλαγή αποτέλεσμα τροποποίησης
  • Abänderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή μικρή
    αλλαγή μικρή
  • Änderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή τροποποίηση
    αλλαγή τροποποίηση
exemples
  • αλλαγή χρώματος
    Verfärbungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή χρώματος
  • αλλαγή φύλου
    Geschlechtsumwandlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    αλλαγή φύλου
  • αλλαγή του καιρού
    Wetterumschwungαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    αλλαγή του καιρού
  • masquer les exemplesmontrer plus d’exemples
κοινωνική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Gesellschaftsveränderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
κοινωνική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
δηλώνω αλλαγή κατοικίας
sich (polizeilich) abmelden
δηλώνω αλλαγή κατοικίας
συνταγματική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Verfassungsänderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
συνταγματική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
κλιματική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Klimaänderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
κλιματική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
πολιτιστική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
Kulturwandelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πολιτιστική αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f
απότομη αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f θερμοκρασίας
plötzlicher Temperaturwechselαρσενικό | Maskulinum, männlich m
απότομη αλλαγήθηλυκό | Femininum, weiblich f θερμοκρασίας

Donnez-nous votre avis !

Comment trouvez-vous le dictionnaire en ligne de Langenscheidt ?

Nous vous remercions pour votre évaluation !

Vous avez un commentaire concernant nos dictionnaires en ligne ?

Il manque une traduction, il y a une erreur ou vous voulez juste dire du bien de nous ? Il vous suffit de remplir le formulaire. L'adresse e-mail est facultative et ne sert qu'à répondre à vos demandes conformément aux règles de confidentialité.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Champ obligatoire

Veuillez remplir les champs marqués.

Nous vous remercions pour votre commentaire !

Rendez-nous visite au :