„αγνοούμενος“: επίθετο, ως επίθετο αγνοούμενος [aɣnoˈumenos]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, αγνοούμενη, αγνοούμενο Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) vermisst vermisst αγνοούμενος αγνοούμενος „αγνοούμενος“: αρσενικό και θηλυκό αγνοούμενος [aɣnoˈumenos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Vermisste Vermisste(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f αγνοούμενος αγνοούμενος