ίχνος
[ˈixnos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nμεταφορικά | in übertragenem SinnμτφVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Spurθηλυκό | Femininum, weiblich fίχνοςίχνος
- Fußspurθηλυκό | Femininum, weiblich fίχνος ποδιούίχνος ποδιού
- Hauchαρσενικό | Maskulinum, männlich mίχνος μικρή ποσότητα μεταφορικά | in übertragenem SinnμτφAnflugαρσενικό | Maskulinum, männlich mίχνος μικρή ποσότητα μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφίχνος μικρή ποσότητα μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
exemples
-
- εξαφανίζομαι χωρίς να αφήσω ίχνη
-
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples