ίδρυμα
[ˈiðrima]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Institutionθηλυκό | Femininum, weiblich fίδρυμα οργανισμόςEinrichtungθηλυκό | Femininum, weiblich fίδρυμα οργανισμόςStiftungθηλυκό | Femininum, weiblich fίδρυμα οργανισμόςίδρυμα οργανισμός
- Anstaltθηλυκό | Femininum, weiblich fίδρυμα κοινωφελέςίδρυμα κοινωφελές
exemples
- ίδρυμα ραδιοφωνίαςRundfunkgesellschaftθηλυκό | Femininum, weiblich f