„άρθρο“: ουδέτερο άρθρο [ˈarθro]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Artikel, Paragraf Artikelαρσενικό | Maskulinum, männlich m άρθρο και | undκ. γραμματική | Grammatikγραμμ άρθρο και | undκ. γραμματική | Grammatikγραμμ Paragrafαρσενικό | Maskulinum, männlich m άρθρο νομικός όρος | Rechtswesenνομ άρθρο νομικός όρος | Rechtswesenνομ