μονό
[moˈno]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Einzelουδέτερο | Neutrum, sächlich nμονό αθλητισμός | Sportαθλμονό αθλητισμός | Sportαθλ
exemples
-
- μονό διάκενοουδέτερο | Neutrum, sächlich n ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υeinzeiliger Zeilenabstandαρσενικό | Maskulinum, männlich m