διαφωνία
[ðiafoˈnia]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Uneinigkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fδιαφωνίαMeinungsverschiedenheitθηλυκό | Femininum, weiblich fδιαφωνίαKonfliktαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιαφωνίαδιαφωνία
exemples
- διαφωνία περί αρμοδιοτήτωνKompetenzgerangelουδέτερο | Neutrum, sächlich n