„Kompetenzgerangel“: Neutrum, sächlich KompetenzgerangelNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) διαφωνία περί αρμοδιοτήτων διαφωνίαFemininum, weiblich | θηλυκό f περί αρμοδιοτήτων Kompetenzgerangel Kompetenzgerangel