Zuwiderhandlung
Femininum, weiblich | θηλυκό fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- παράβασηFemininum, weiblich | θηλυκό fZuwiderhandlung Rechtswesen | νομικός όροςJURκαταπάτησηFemininum, weiblich | θηλυκό fZuwiderhandlung Rechtswesen | νομικός όροςJURZuwiderhandlung Rechtswesen | νομικός όροςJUR