Zusammenstoß
Maskulinum, männlich | αρσενικό mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- σύγκρουσηFemininum, weiblich | θηλυκό fZusammenstoß auch | και, επίσηςa. Auto | αυτοκίνητοAUTOZusammenstoß auch | και, επίσηςa. Auto | αυτοκίνητοAUTO