„Zinssatz“: Maskulinum, männlich ZinssatzMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) επιτόκιο, τιμή δανεισμού επιτόκιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Zinssatz Zinssatz τιμήFemininum, weiblich | θηλυκό f δανεισμού Zinssatz bei Darlehen Zinssatz bei Darlehen