Workstation
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -s>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- σταθμόςMaskulinum, männlich | αρσενικό m εργασίαςWorkstation Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTWorkstation Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT