Wertungsrichter
Maskulinum, männlich | αρσενικό m Sport | αθλητισμόςSPORT, WertungsrichterinFemininum, weiblich | θηλυκό f Sport | αθλητισμόςSPORTVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- κριτήςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/fWertungsrichterWertungsrichter