„vernetzen“: transitives Verb vernetzentransitives Verb | μεταβατικό ρήμα v/t Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) δικτυώνω δικτυώνω vernetzen Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT vernetzen Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT