Vernehmungsbeamtin
Femininum, weiblich | θηλυκό fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- αστυνομική ανακριτήςFemininum, weiblich | θηλυκό fVernehmungsbeamtin Rechtswesen | νομικός όροςJURVernehmungsbeamtin Rechtswesen | νομικός όροςJUR