Update
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; -s>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- αναβάθμισηFemininum, weiblich | θηλυκό fUpdate Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTUpdate Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT