„Unterhalt“: Maskulinum, männlich UnterhaltMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) συντήρηση, διατροφή συντήρησηFemininum, weiblich | θηλυκό f Unterhalt Familie Unterhalt Familie διατροφήFemininum, weiblich | θηλυκό f Unterhalt Rechtswesen | νομικός όροςJUR Unterhalt Rechtswesen | νομικός όροςJUR